- προεπίσταμαι
- Α [ἐπίσταμαι]γνωρίζω καλά κάτι εκ τών προτέρων.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
προεπίσταμαι — προεπίσταμαι know pres ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπίστασθε — προεπίσταμαι know pres imperat mp 2nd pl προεπίστασθε , προεπίσταμαι know pres ind mp 2nd pl προεπίστασθε , προεπίσταμαι know imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπιστάμεθα — προεπίσταμαι know pres ind mp 1st pl προεπιστάμεθα , προεπίσταμαι know imperf ind mp 1st pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπιστάμενον — προεπίσταμαι know pres part mp masc acc sg προεπιστάμενον , προεπίσταμαι know pres part mp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπισταμένη — προεπίσταμαι know pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπισταμένοις — προεπίσταμαι know pres part mp masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπισταμένους — προεπίσταμαι know pres part mp masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπιστάμενοι — προεπίσταμαι know pres part mp masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπιστάμενος — προεπίσταμαι know pres part mp masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεπιστώμεθα — προεπίσταμαι know pres subj mp 1st pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)